Το δικό μας τμήμα έπρεπε να περάσει το ποτάμι, να πάμε δεξιά. Βρήκαμε ένα μέρος σχετικά καλό και το περάσαμε. Βαδίσαμε λίγο ακόμη και φτάσαμε σε ένα ανάχωμα, γύρω στα 100 μέτρα από το φυλάκιο. Μπράβο στον οδηγό μας. Μας έδειξε το φυλάκιο και το είδαμε όλοι. Αμέσως ακροβολιστήκαμε και έρποντας πλησιάσαμε ακόμη πιο πολύ. Φτάσαμε κοντά στο συρματόπλεγμα και περιμέναμε το σύνθημα της επίθεσης. Πράγματι, σε λίγα λεπτά ακούστηκε ένας πυροβολισμός και αμέσως έγινε χαλασμός κόσμου. Πολυβόλα, αυτόματα κλπ. Με ένα άλμα βρεθήκαμε στα συρματοπλέγματα. Μπροστά μας ανασηκωνόταν το χώμα, χτυπούσε κάποιο αυτόματο. Κινήθηκα δίπλα στο συρματόπλεγμα με δυο άλλους αντάρτες. Λίγο πιο δεξιά υπήρχε ένα νεροφάγωμα κάτω από το συρματόπλεγμα. Σήκωσε ένας αντάρτης με το όπλο του το συρματόπλεγμα και μου λέει: «Ατρόμητε, σαν πιο αδύνατος πέρασε πρώτος». Περνάω και κατόπιν σηκώνω εγώ με το όπλο μου το σύρμα και περάσαμε έτσι και οι τρεις. Σιγά σιγά, έρποντας προχωρήσαμε προς το φυλάκιο και τα πολυβολεία. Βλέπουμε σε μικρή απόσταστη από μας μια λάμψη από κάποιο αυτόματο. Ο διπλανός μου έριξε μια χειροβομβίδα. Σχεδόν αμέσως με μια φωνή «Aέρα» περάσανε και οι άλλοι το συρματόπλεγμα. Σίγησαν τα πολυβολεία. Ρίχνει ο Κεραυνός μια χειροβομβίδα μέσα στο χτιστό φυλάκιο των Ιταλών και το καταλάβαμε. Ακροβολιστήκαμε 20 μέτρα πιο κάτω και τώρα σχεδόν όλοι φωνάξαμε τον Μιχάλη να ρίξει τη φωτοβολίδα. «Μιχάλη, Μιχάλη, βρε Μιχάλη». Έπειτα από αρκετή ώρα βρέθηκε και έριξε τη φωτοβολίδα.
Η ανατίναξη της γέφυρας
(από το βιβλίο: Κώστας Γκέκας, Ένας ανταρτάκος από το Παλιόκαστρο, Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας, Μαρτυρίες VI, Βιβλιόραμα, 2006)