Skip to main content
Πέμπτη 21 Νοεμβρίου 2024
Η κατανομή
Δρίτσιος Θωμάς

Έφευγε το 1949 και μπαίναμε στο 1950, όταν από την Αλβανία είχαν φύγει πια και οι τελευταίοι αντάρτες. Και πότε από τη μια, πότε από την άλλη σοσιαλιστική χώρα έφταναν στην Ελλάδα, στους συγγενείς μας, τα πρώτα μηνύματα: πως «ζούμε» πως «υπάρχουμε».
    Το πέρασμα των συνόρων, η μεταφορά χιλιάδων και χιλιάδων ανθρώπων με πλοία και τραίνα ήταν ένα σοβαρό εγχείρημα. Η επιτυχής εκτέλεσή του προϋπόθετε πολλά πράγματα.
    Και πράγματι.
    Στα προηγούμενα ειπώθηκε πως ο ίδιος ο Στάλιν καθόρισε πόσους αντάρτες και γυναικόπαιδα θα φιλοξενούσε η κάθε σοσιαλιστική χώρα. Τα άλλα, οι λεπτομέρειες συμφωνήθηκαν και σχεδιάστηκαν μετά. Σε συσκέψεις υψηλού επιπέδου με συμμετοχή επιτελών των κομμάτων. Για να υπερνικηθούν αντιρρήσεις και δυσκολίες, πέρα απ’ τη δοσμένη προθυμία της κάθε σοσιαλιστικής χώρας να κάνει ό,τι μπορούσε για μας, υπήρξαν και άλλες προσωπικές παρεμβάσεις και «ντιρεκτίβες» του Στάλιν. Η συγκατάθεση των γειτονικών χωρών να περάσουμε έτσι μαζικά τα σύνορά τους με όλες τις πιθανές διεθνείς περιπλοκές· η διάθεση πλοίων και σιδηροδρομικών συρμών· το άνοιγμα των νοσοκομείων για τους τραυματίες μας· η περίθαλψη των παιδιών και των γέρων· η στέγαση, το ντύσιμο, η δωρεάν διατροφή και η κάθε δυνατή διευκόλυνσή μας ώσπου να μπούμε στην παραγωγή και να γίνουμε αυτάρκεις, αποτελούν μια μεγάλη κι αδιαφιλονίκητη εκδήλωση αλληλεγγύης των σοσιαλιστικών χωρών προς το ηττημένο ελληνικό κίνημα.
    «Εκπληρώσαμε απλώς το αυτονόητο διεθνιστικό καθήκον προς τους Έλληνες αντιφασίστες...» θα μας πουν, αργότερα, με σεμνότητα οι ντόπιοι φίλοι.
    «Αυτονόητη και η δική μας υποχρέωση ν’ αναγνωρίζουμε πάντα τη βοήθειά σας αυτή…» – απαντούσαμε εμείς και δεν παρελείψαμε ποτέ και δεν παρελείπουμε και σήμερα να εκφράζουμε την ευγνωμοσύνη μας.

(από το βιβλίο: Θωμάς Δρίτσιος, Από τον Γράμμο στην πολιτική προσφυγιά, Δωρικός, 1983)