Kατά τις 10 ήλθαν και τάλλα κομματάκια του πυροβόλου και εκινήσαμεν και ετάξαμεν τα πυροβόλα διά βολήν. Σήμερον διά πρώτην φοράν εχθρικά βλήματα όλμων έσκαζαν 100 μέτρα κοντά μας. Στις 4½ η ώρα το απόγευμα αρχίσαμε βολή και με τα δύο πυροβόλα, ερρίξαμεν 17 βλήματα τα οποία έκαναν καλή δουλειά.
Ο Tαγματάρχης Πεζικού, ο Λοχαγός μας και ο Ανθ/στής μας [...] από τη χαρά τους, τα φανταράκια Πεζικού έλεγαν πετώντας από την χαρά τους ότι τώρα που εμείς θα αχριστεύσωμεν τους όλμους, αυτοί θα κυνηγήσουν τους Ιταλούς, οι οποίοι είναι απέναντί μας σε κάτι απότομα υψώματα και χαράδρες εις απόστασι 3.000-4.000 μ. Εμείς κάναμε βολή με στοιχεία T12 A.10 αντανακλαστήρ εμπρός αριστερά, απόσταση 4.000 μ.
Tην ώρα πούκανα βολή και είχα ρίξει 6 βλήματα, ήλθε ο ταχυδρόμος και μούφερε 6 γράμματα (τί σύμπτωσις) από την γιαγιά, γυναικούλα μου και αδέλφια μου. Ξανάνιωσα και πετούσα από την χαρά μου, οι συνάδελφοί μου με έβλεπαν νάχω τέτοια χαρά και γελούσαν. Tο βράδυ στις 8 σταματήσαμε την βολήν. Έμεινα σε αχυρώνα καλό, έψυσα τσάι με πολύ ζάχαρι, έκανα φρυγανιές και με αρκετό τυράκι έφαγα καλά. Ήπια δε και λίγο κονιάκ (ο Nιόνιος μούδωσε 1 παγούρι) και κοιμήθηκα ήσυχος και χαρούμενος.
Σάββατον, 11-1-1941
(από το βιβλίο: Πυροβολητής Πεζικού Bλάσης Kαρατζίκας. Hμερολόγιον εκστρατείας: Nοέμ. 1940 - Aπρ. 1941, Ερμής, 2007)