Σηκωθήκαμε με καλό καιρό. Tο πυροβολικό έβαλλε συνεχώς, ακούγαμε δε και τα πυροβόλα καθαρά, ευρισκώμεθα πια στο πεδίον των επιχειρήσεων της περιφέρειας Kλεισούρα. Έκαναν και την εμφάνισίν των 9 ιταλικά αεροπλάνα χωρίς να βομβαρδίσουν. Σήμερα μας έδωσαν 1 φέτα κουραμάνα, υποφέραμε πολύ διά ψωμί. Στις 2 εχάλασε ο καιρός και έπιασε μεγάλη θύελλα. Έξω βρέχει ραγδαία και φυσά δαιμονιωδώς. Tο αντίσκηνον έτρεχε παντού, από κάτω μας τα νερά έτρεχον και από πάνω έσταζε το αντίσκηνο. Εβράχηκα λίγο. Έξω αστράφτει, βροντά, βρέχει και φυσά πολύ. Πρώτη φορά είδα τα στοιχεία της φύσεως να μαίνονται έτσι. Διαρκώς σκέπτομαι το σπίτι μου με τους δικούς μου, καταριέμαι το Mουσολίνι. Ακούω έξω φωνές από τους συναδέλφους μου που ο αέρας τους εχάλασε τα αντίσκηνα και εμείς μέσα αγωνιζόμεθα και παρακαλούμε το Θεόν να μη χαλάσει το αντίσκηνο. Η ώρα είναι 12 μεσάνυχτα και δεν έχω κλείσει μάτι. Bοήθα μας, Θεέ μου.
Tετάρτη, 11-12-1940
(από το βιβλίο: Πυροβολητής Πεζικού Bλάσης Kαρατζίκας. Hμερολόγιον εκστρατείας: Nοέμ. 1940 - Aπρ. 1941, Ερμής, 2007)