Διάβασα τα σχόλια που παραχώρησε εν είδει συνέντευξης στη Μικέλα Χαρτουλάρη η Μάρω Δούκα στην Εφ.Συν. (Ένθετο «Νησίδες», 28-29 Μαΐου) για το νέο μυθιστόρημά της Να είχα, λέει, μια τρομπέτα (Πατάκης 2022) και απόρησα όχι μόνο με τις κοινοτοπίες αλλά και με τους απαράδεκτους λαϊκισμούς για σκοπούς μικροπολιτικής. Έτσι, διαβάζουμε ότι το βιβλίο το έγραψε η συγγραφέας κατά τη διάρκεια της πανδημίας το διάστημα «που μας έλεγαν να μην αντιμιλάμε και να περιμένουμε», σε ένα κλίμα που το παρομοιάζει στο βιβλίο –όπως μας μεταφέρει τα λόγια της συγγραφέως η συντάκτρια του άρθρου– «με απέραντο, άυλο, στρατόπεδο συγκέντρωσης». Ομολογώ ότι εκπλήσσομαι που η Δούκα υποκύπτει στη χρήση αυτού του «στρατοπέδου συγκέντρωσης» έστω και «άυλου» (είναι άραγε αυτή μια λάιτ έκδοση της έννοιας *στρατόπεδο συγκέντρωσης*;), αλλά τουλάχιστον προϊδεάζομαι, και έτσι, όταν μερικές γραμμές παρακάτω διαβάζω «Το σύστημα έχει παρεκτραπεί. Οπωσδήποτε είναι απόρροια και της εποχής, αλλά, μ’ αυτήν την κυβέρνηση που έχουμε, δεξιοί και αριστεροί τείνουμε να χάσουμε την ουσία τού τι είναι πολιτικό», καταλαβαίνω ότι όλα βαίνουν κατόπιν προγράμματος και τίποτα δεν μπορεί να ταράξει τους κύκλους της μικροπολιτικής από ένα φύλλο της Εφ.Συν.. Αλλά η Μάρω Δούκα συνεχίζει «Αυτό που έχει αλλάξει είναι ότι εκείνος ο φτωχός [του προνεωτερικού παρελθόντος] ήταν ευχαριστημένος με ό,τι κατάφερνε, ενώ ο σημερινός αισθάνεται αδικημένος και αποτυχημένος. [...] Ο καπιταλισμός δεν σε αφήνει να ησυχάσεις. Χρειάζονται κι άλλα πολλά για να θεωρείσαι επιτυχημένος, επίσης ένα πορτοφόλι γεμάτο κάρτες». Προς το τέλος του κειμένου διαβάζω «Το Να είχα, λέει, μια τρομπέτα, είναι ένας φόρος τιμής στο σθένος εκείνων των γυναικών που κανένα #MeToo δεν τις αγκάλιασε» και συνειδητοποιώ ότι ακόμη και φτασμένοι συγγραφείς δεν καταφέρνουν να μην υποτιμούν εαυτούς καθώς αφήνονται και ενδίδουν σε διευκολύνσεις και κωδικοποιημένες συντομεύσεις, με στόχο να χαϊδέψουν τ’ αυτιά αναγνωστών μια εφημερίδας, όταν καλούνται να μιλήσουν και να εκπροσωπήσουν το έργο τους. Δεν έχει όμως και πολλή σημασία· το βιβλίο θα το διαβάσω με την προσοχή που αρμόζει στο όνομα και το έργο της συγγραφέως.
Η αβάσταχτη ελαφρότητα των συνεντεύξεων