Η αβάσταχτη δυσκοιλιότητα του Είναι
Για περισσότερα από τριάντα πέντε χρόνια ο Αυγουστής προσποιούνταν ότι υπέφερε από δυσκοιλιότητα, προκειμένου να μπορεί να κλείνεται στην τουαλέτα επί ολόκληρες ώρες και να ηρεμεί μένοντας μόνος, ανενόχλητος από τη σύζυγο και τα τρία παιδιά του που ολημερίς διεκδικούσαν τον χρόνο και την προσοχή του και δεν του προσέφεραν ως αντάλλαγμα τίποτα άλλο πέρα από περισσότερους λόγους για να επιθυμεί να μένει μακριά τους. Κλειδωμένος στο μικρότερο σε διαστάσεις δωμάτιο του σπιτιού, ο Αυγουστής μπορούσε να ανασάνει για λίγο, να σκεφτεί κάτι που τον απασχολούσε, να διαβάσει ένα βιβλίο, να πάρει έναν σύντομο υπνάκο ή απλώς να χαθεί μέσα στον τετραγωνισμένο λαβύρινθο που σχημάτιζαν οι αρμοί από τα λευκά πλακάκια, ακολουθώντας με τα μάτια του το μονοπάτι που σχημάτιζαν στο πάτωμα και τους τοίχους γύρω του, σαν να ήταν ο ίδιος ένας πορσελάνινος Μινώταυρος, καταδικασμένος να υπάρχει πραγματικά μόνο όταν οι άλλοι πιστεύουν ότι υποφέρει.
Φυσικά, όλα αυτά διακόπτονταν απότομα μόλις κάποιος τύχαινε να χρειαστεί την τουαλέτα όσο εκείνος βρισκόταν μέσα –ή σπανιότερα να ανησυχήσει για το αν η κεφαλή της οικογενείας ήταν καλά– και αποφάσιζε να χτυπήσει την πόρτα για να το επιβεβαιώσει. Τότε ο Αυγουστής παρήγαγε ένα άγριο και θυμωμένο μουγκρητό που ακουγόταν περίπου σαν να έλεγε «άλλος», το οποίο προοριζόταν να αποθαρρύνει τους επίδοξους χρήστες της τουαλέτας ώστε να μην εισβάλλουν στον κόσμο του. Ήταν το ίδιο μουγκρητό που έδινε ταυτόχρονα στον εαυτό του το μήνυμα ότι είχε έρθει η ώρα να μαζέψει τις δυνάμεις του προκειμένου να επιστρέψει στον κόσμο των άλλων, προσαρμόζοντας προηγουμένως στο πρόσωπό του τη μάσκα με την έκφραση της απογοήτευσης που βάραινε έναν άνθρωπο που είχε αγωνιστεί επί αρκετή ώρα να πετύχει τον στόχο του, αλλά τελικά, για μια ακόμη φορά, είτε δεν είχε καταφέρει τίποτα, είτε λίγα πράγματα μόνο είχε καταφέρει.