Η Ελένη Καραμαγκιώλη, στην πρώτη της εμφάνιση, παρουσιάζει μια συλλογή δεκαέξι διηγημάτων που χαρακτηρίζεται από την ευκρίνεια των εικόνων που παρελαύνουν μπροστά στα μάτια του αναγνώστη. Η συγγραφέας δείχνει εξαιρετική παρατηρητικότητα απέναντι σε μια μεγάλη παλέτα καταστάσεων, επιδεικνύει συνθετικές ικανότητες που ξεφεύγουν κατά πολύ από την καλαίσθητη και καλλιτεχνίζουσα εναπόθεση ετερόκλητων στοιχείων στο χαρτί και εισέρχονται με αξιώσεις στο επίπεδο κατασκευής μηχανισμών παραγωγής πολυσημίας. Η Καραμαγκιώλη επιτυγχάνει μια περίτεχνη συμπύκνωση, ίδιον του διηγήματος: καταφέρνει να θρυμματίζει την αφήγηση και να υπαινίσσεται περισσότερα απ' όσα γράφει. Κάποιες φορές ο αναγνώστης μένει με την αίσθηση ότι αυτή η κατάτμηση των αφηγήσεων, αλλά και ο αφηγηματικός οίστρος, γέρνουν περισσότερο προς τον αυτοματισμό παρά προς ένα συνειδητά καλοσχεδιασμένο πατρόν. Επειδή όμως δεν υπάρχει συγκεκριμένη συνταγή, και όλα κρίνονται εκ του αποτελέσματος, παραμένω απόλυτα ικανοποιημένος που η συγγραφέας δεν με αφήνει να ξεχωρίσω τις ικανότητές της από την «τύχη του πρωτάρη».
«Είχαμε πολλές τρύπες να γεμίσουμε κάνοντας κάτι τόσο γενναίο, όπως να αγαπήσουμε η μια την άλλη» (σ. 25), θα πει κάποια στιγμή η ηρωίδα που αφηγείται τον αναπάντεχο έρωτά της για μια γυναίκα που συναντά τυχαία σε ένα σπιτικό δείπνο παραμονής Χριστουγέννων στο «Μαύρο με Νερά Βιολετί». Και βέβαια είναι η ίδια που στη δεύτερη παράγραφο θα έχει πει την έμπλεη συνδηλώσεων φράση: «Το λαστιχάκι δεν είναι σαν εμένα, έχει τρομερό άνοιγμα, αντέχει, δε σπάει ούτε όταν το τεντώνω από τη μία άκρη στην άλλη» (σ. 19), που για να τη συγκρατήσει και να την αφουγκραστεί ο αναγνώστης θα πρέπει να διαβάσει για δεύτερη φορά το διήγημα. Οι δύο γυναίκες βιώνουν έναν πέρα ως πέρα αποπροσανατολιστικό έρωτα που στα άκρα του τις οδηγεί μέχρι την απώλεια μνήμης. Το διήγημα διαβάζεται τόσο ως ερωτικό ελιξίριο απέναντι σε κάθε υφή μικροαστισμού όσο και ως υποδόρια μομφή προς την αναπόδραστη απώλεια της προσωπικότητας στο πλαίσιο κάθε αληθινού έρωτα.
Η Καραμαγκιώλη όμως κινείται πέρα από την κοινοτοπία της σαγήνης του έρωτα και αποδελτιώνει τις συνέπειές του με τους πιο αναπάντεχους τρόπους. Έτσι, διαβάζουμε πώς η διαφορά ύψους ανάμεσα σε γυναίκες και άνδρες, με τις γυναίκες να εμφανίζονται ψηλότερες σε δύο διηγήματα, υπαινίσσεται τον τρόπο που η πρόσληψη τού άλλου, υπό το πρίσμα του έρωτα, γιγαντώνεται καθώς το εγώ εξαϋλώνεται. Στο «Κομμάτια Σοβά» διαβάζουμε: «Με προειδοποιείς ότι είσαι κοντός, σου υπενθυμίζω προηγούμενη συνομιλία μας, σου είχα εκμυστηρευτεί ότι πάντα με έλκυαν οι άντρες που κοιτούσα από ψηλά» (σ. 12). Ή μετά στο «Καφές - Τοστ, Μόνο»: «Από μικρός το είχε το πρόβλημα με τις ψηλές γυναίκες, νόμιζε ότι χανόταν μπροστά τους, ότι έμοιαζε με κουνούπι ανάμεσα στα μακριά άκρα και τους ψηλούς λαιμούς» (σ. 32).
Λίγο παρακάτω, στο «Να Βγάλεις τα Ζουμπούλια Έξω», το εκτενέστερο διήγημα της συλλογής, θα διακρίνουμε μια αφήγηση για έναν βδελυρό δάσκαλο πιάνου, που αφήνει ξεκάθαρες νύξεις σεξουαλικής παρενόχλησης της νεαρής μαθήτριάς του. Αφήγηση που βρίσκει τη θέση της στο παρελθόν «Εκείνης» που όμως εξακολουθεί να παραμένει ευαίσθητη, ανοιχτή στη διαφορετικότητα, και πρόθυμη να εμπιστευτεί έναν ξένο στην ενήλικη ζωή της.
Προσωπικό αγαπημένο, το «Χρυσό Άλογο», όπου αποτυπώνεται η θαυμαστή ισορροπία την οποία έχει κατακτήσει το μεσήλικο ζευγάρι για να εξασφαλίσει τη μακροημέρευσή του. Η Καραμαγκιώλη σκιαγραφεί τις υποχωρήσεις και τις σιωπηρές παραδοχές των αδιεξόδων του μακροχρόνιου γάμου αφήνοντας να εννοηθεί, ότι ένα άλογο κούρσας, σύμβολο δύναμης και αντοχής –όχι χωρίς τους πληθωρικά ερωτικούς υπαινιγμούς του– είναι αυτό που θα κερδίσει το μόνο παιχνίδι που μετράει: την αντοχή στη φθορά που επιφέρει ο χρόνος.
Η συλλογή της Καραμαγκιώλη, που σίγουρα δεν διαβάστηκε όσο και όπως θα έπρεπε, είναι τόσο καλή που σχεδόν σε ωθεί να διερωτηθείς από πού πηγάζει αυτή η καλειδοσκοπική πληθώρα συνθηκών και καταστάσεων που διανθίζουν τις σελίδες της. Η εύλογη απάντηση βέβαια είναι ότι συνιστούν επεξεργασμένα προσωπικά βιώματα, και αυτό με τη σειρά του σε ωθεί να διερωτηθείς, ξανά, τι θα γράψει στη συνέχεια η συγγραφέας. Επειδή όμως ο κόσμος βρίθει εμπειριών, που δεν βρίσκουν ποτέ τον δρόμο τους στη μυθοπλασία αναμένω με ενδιαφέρον τη συνέχεια.
— Ελένη Καραμαγκιώλη, Μονωτική ταινία, Ιωλκός : 2021, 176 σελ., ISBN: 9789606400636, τιμή : €10.00.