Αντεραστής ανάμεσά μας πλάγιασεν
ο Ύπνος. Πήρε τα γλαυκά μάτια
και τα ’κλεισε· πήρε και το στόμα
κι έσβησε το μειδίαμα και το φιλί.
Την ξανθή κόμη χτένισαν τα ήσυχα νερά
της λήθης, που παρέσυραν τ’ αγαπημένο σώμα
στον κόσμο των αστέρων και των σκιών.
Φίλτρα σιγής βιάζουν τα σφαλισμένα χείλη,
φωνές υπνόβιες τ’ αυτιά, και μες στις φλέβες
ακούω τη βαθιά βοή του ταξιδιού.
Αντεραστής ανάμεσά μας
«Του ύπνου», Α΄. Ποιήματα, 1934. Λίνος Πολίτης, Ποιητική Ανθολογία, Η΄. Η Γενιά του 1930 και ο Σεφέρης. «Δωδώνη», χ.χ. 101-102.